Rechercher dans ce blog

poème a la grecque...ellinic

στα όνειρα μου ,
τα πιο μικρά,
Εσύ είσαι εδω
με Παίρνεις αγκαλιά ,
 και μου λες σιγανά

Το χέρι  μου πάρε ,
Και μη κοιτάς το μεθαύριο, 
Το παρελθόν μην ψάχνεις,
Και κοιτά όλο μπροστά
Το παρελθόν ήταν χθες
Και εγώ χθες δεν ήμουν εδώ,
Και το μεθαύριο ,  είναι σύντομο,
Και αύριο δε ξέρω
 εάν θα βρίσκομαι εδω

Στα όνειρα μου
Τα μακρινά ,
Οι μέρες δεν έχουν τελειωμό
Χωρίς άρωμα ,χωρίς σκοπό,
Και συνεχεία εγώ κοίταζα μπροστά ,
Για να μην τραυματιστώ , να μην σκοτωθώ ,
Με την σιγουριά , που εσύ ήσουν εδώ.
Μια μέρα, δεν ήρθες ,
Μες στα όνειρα μου
Εσύ χάθηκες ,
δεν σε βρίσκω …..,έφυγες

και τώρα εγώ τι κάνω

που στο χθες  δεν γυρίζω πίσω.
και τώρα εγώ τι κάνω,
πιάνου το χέρι να βαστήξω
που να ψάξω να σε βρω ,
φοβάμαι να μήπως δε σε βρω ,
που να να έρθω να σε δω ,
στο  αύριο ,

που εσύ δεν είσαι πια εδώ ..
ευαγγελια φουρλη

  πώς το λεν το μυστικό 

πώς το λεν το μυστικό 
αφού δεν μπορώ να στο πω 
αυτό που κρύβει η ψύχη 
δεν το λέει στη ζωή 
ένας μονό θα το βρει 
με το σωστό κλειδί 
κοίτα παντού να το δεις 
μπρος τα μάτια σου θα με βρεις!!!
ψάξε κόσμο και βουνά
 πριν να είναι πια αργά
περνά θάλασσα πλατιά
 κάμποι ,δασύ με φτερά
πώς το λεν το μυστικό 
αφού δεν μπορώ να στο πω …..
ταξίδια και βουνά
παν όλα μακριά…
μια μικρή λέξη είναι μόνο
 που γι ‘αυτήν εγώ λιώνω 
το Μίκρο μου μυστικό είναι σ’ αγαπώ…


έλα ντε , τι να πρωτοθυμηθείς,
δεν ήταν μια , δεν ήταν δυο εγώ να μην πω ότι ήταν δυο αφού την είχε ξανακάνει την λάδια ξανά , και ξανά εσύ τον ξαναπήρες ξανά και μανά δεν ήταν μια , δεν ήταν τρεις εγώ να μην πω πως έφταιγαν τρεις
και ο γιος σου ευκαιρίες έδωσε τρεις αλλά ο τράγος και με το παιδί του πάει και η π…να τα γλυκόξινα της μέτραει δεν ήταν μια , μα ούτε και τέσσερεις ήταν χίλιες δέκα τέσσερις χατίρι στα παιδιά σου έκανες και τιμόνι καλά δεν κράτησες δρόμος στραβός ,
δεν ισώνεται
ούτε το σίδερο δεν διορθώνεται τώρα πια τα χρόνια πέρασαν και μυαλό κανείς τους δεν έβαλαν ούτε αυτή , μα ούτε και αυτός….
Τι  θες και το κουβεντιάζεις
Την δίκια τους μέρα μην χαράζεις
Συνήθεια πλέον , έπρεπε να το περιμένεις
Τι το θες και το κουβεντιάζεις
Ο θεός είναι εκεί ψιλά
Ακούει , βλέπει και χαμηλά αγκαλιά να έχεις τα παιδιά σου
Και τα εγγόνια μες’ την φωλιά σου δεν ήταν μια ούτε τρεις ,
Δεν ήταν τρεις ούτε μια
ξεπέρασαν τα παιδιά του Πειραιά …



1-ταξιδιώτης
Είμαι ένας ταξιδιώτης μοναχός
Με ένα σάκο και ένα πακέτο τσιγάρα
Του εαυτού μου κυρίαρχος
Δεν θε θέλω λεφτά και μέγαρα
Είμαι ταξιδιώτης μοναχός

Περπατώντας σε ένα κάμπος πρασινωπό
Γεμάτο παραμυθένια λουλούδια
Και ένα κελάηδισμα λυπητερό
Να μου θυμίζουν όνειρα και θλιμμένα τραγούδια

Όνειρα απατηλά, επιθυμίες παραπλανητικές
Χωρίς να πραγματοποιηθούν
Δίχως υλοποιηθούν
Με μεγάλες προσπάθειες βαλμένες

  Είμαι ένας ταξιδιώτης μοναχός
Με ένα σκοπό βαλμένο
Στην άκρη του μυαλού πιασμένο
Ψάχνοντας κάτι καλύτερο για μένα

Όποιος θέλει ακόλουθη
Σε αυτό το μονόδρομο που ανθεί
Συντροφιά της αναμνήσεις
Που αφήσαμε πίσω μας στα ξένα
Και τραγούδια από την ζωή βγαλμένα




                 Γ.Δεμερτζη

  
2-Στο χορό των λουλουδιών


Με την Επιθυμία να αρέσει,
με την σταθερότητα που πρέπει
η ωραία Αμυγδαλιά, θερμότητα εκπέμπει
 και στέκεται ορθή καμαρωτή
στης ακλόνητης Ακακίας το πλευρό
που πλημυρισμένη από ανθεκτική αγάπη
της ανταποκρίνεται στο λεπτό.


Δίπλα της αρμόζει
να κάθεται ο Αμάραντος,
υπερήφανος και καμαρωτός,
να προσπαθεί με κοκεταρία μεγάλη
να αποπλανήσει επιχειρεί,
την άγρια σε ομορφιά Αμαρυλλίς
που αυτή την ελπίδα έχει
να συναγωνιστεί την εύρωστη Ανεμώνη
που έχει στοργή γεμάτη και είναι μόνη

Έρχεται και ο κύριος Βασιλικός
ειλικρινά γοητευτικός,
σε μια μικρή τσαχπίνα
την σκερτσόζα την Αζαλέα,
ορκίζεται και απαγγέλλει
στην αγάπη ειλικρίνεια
στην διαβίωση ευθυμία και

πιο κει ο κύριος καλαμπόκι
με αφθονία οι παραδές επιμένει  
και την Φτέρη ξελογιάζει
διακριτικά συναινεί με την Όμορφη της νύχτας
στενές φίλιες, παρέα κάνει
και εγκάρδια η Μπιγκόνια συντροφιά τους κάνει

στο χορό αυτό και άλλοι εμπλέκονται
η ολόλευκη ελεύθερη Τουλίπα
ίσια καμαρωτή, παιχνίδι δέχεται
από το Χαμομήλι που λατρευτά τι κοιτάζει
και λαγούς με πετραχήλια της τάζει
ενώ η κόκκινη Τουλίπα
με το ερυθρό βελούδινη της χροιά
δήλωση αγάπης φανερώνει
στο Χρυσάνθεμο το άσπρο
που μόνο την αλήθεια γυρεύει

Τουλίπα κίτρινη αδύνατη αγάπη
Στου Αμέθυστου τον ερώτα
Αδυνατεί να μείνει πίστη

καθώς Βαλεριάνα με πληγή στη κάρδια
κρύβεται πίσω από την Λεμονιά
που με την φρεσκότατης
αναζωογονεί το Κρίνος της κοιλάδας

ιδιαίτερος στην  αγνότητα αυτός
στρέφεται προς εμπιστεύεται την ευτυχία του
στην Φούξια που είναι επιείκεια θέρμη
υπακοή και εύθραυστη
ευγένειας της καρδιάς της μεταβιβάζει
στο Γιασεμί  όλο ευγενικά στην αγάπη
αποπλανεί την Καμέλια
το μωβ  Λιλά πάλι διεκδικεί
και την καρδιά του δίνει
στην ντροπαλή Βιολέτα
που την αγάπη της κρύβει
παρά το γεγονός ότι φευγαλέες ματιές ρίχνει
στο όμορφο Γεράνι που δεν έχει συναίσθημα άλλη

το κίτρινο Τριαντάφυλλο άπιστο και ζηλότυπο
πληγή στη  κάρδια ξύνει
στην Βαλεριάνα την μελαγχολική
και βρίσκει προστασία στον Ευκάλυπτο
τον γέρο και το σοφό.


το Γαρίφαλο το πολύχρωμο
το θαυμασμός του ακτινοβολεί
στην Μαντζουράνα την ευτυχή
στην ομορφιά της σκλάβος γίνεται.

άσπρο Χρυσάνθεμο την αλήθεια γυρεύει
στα πέταλα στην ιδιότροπη και ψυχρή ορτανσία
που αδιάφορα και υπεροπτικά κοιτάζει 
το κυκλάμινο  να ερωτοτροπεί με την παπαρούνα


Η αναρριχώμενη Τριανταφυλλιά αδιάκριτη
Σκαρφαλώνει ψιλά για να δει το κίτρινο Τριαντάφυλλο  
Που με φθόνο την κοιτάζει

το Γαρίφαλο το λευκό
πάθος , ένταση συγκινεί θαρρώ
την ορχιδέα την μικρή
ενθουσιασμένη στην αγάπη αινιγματική
βρίσκει τους πάντες  καλοφτιαγμένοι
και δίνει όρκου ζωής την τύχη τους να αλλάξει
κάνοντας μακροχρόνιες αλλαγές
και στα πόδια τους χρυσάφι να στάξει

και όλους αυτούς τους φιλοξένει
ο πατέρας γρασίδι και η μητέρα γη.
Σημαία μου

Καταγάλανη σημαία
Της πατρίδας μου φουστάνι
Το φόρας να σε ξεχωρίζουν
Από τα άλλη τα κράτη
Καταγάλανη σημαία
Με το χρώμα της θαλάσσης
Ανεμίζεις περήφανα
Στης χώρας σου τα σύνορα
Το χαρούμενο σου χρώμα
Ξεθώριασε με τα χρόνια
Ευπρόσδεκτη πάντα
με το καλωσόρισμα σου
Κουρέλιασαν    σημαία μου
Την αξιοπρέπεια σου
Έσπασαν φράγματα στο πέρασμα τους
Και μπήκαν στο σπίτι σου
το έκαναν απόκτημα τους
Κουρελιασμένη μου σημαία
Σε ζωντανεύουν τα παιδία σου
Αυτοί που έμειναν πιστοί
Σημαία μου στα χρώματα σου




Ταπεινωμένοι από την ζωή
Μειωμένοι από αυτή
Ζούμε από το πρωί ως το βράδυ
Από αυτήν εξαρτημένοι
Σαν σκλάβοι ξυπνάμε το πρωί
Στην δουλεία να πάμε πριν μας φυγή και αυτή

Κάθε σκέψης ,κάθε στοχασμός
Προϊόν Δονήσεως του ανθρωπίνου νου
επιδρά   ως αιθέριου ρεύματος
ισχυρός και επίμονος στοχασμός

Σκέψεις

Ζήτησα από το θεό να μου δώσει δύναμη
Και αυτός μου έδωσε δυσκολίες για να της ξεπεράσω
Ζήτησα σοφία και αυτός μου έδωσε προβλήματα για λύσω
Ζήτησα θάρρος κι αυτός μου έδωσε  κινδύνους να ξεπερνώ
Ζήτησα Χάρι και αυτός μου έδωσε ευκαιρίες να εκμεταλλευτώ
Ζήτησα οικονομική άνεση και αυτός μου έδωσε νου και ικανότητα να δουλέψω
Από τι ζήτησα δεν πήρα τίποτα , τίποτα από αυτά που ήθελα , πήρα όμως τα πάντα από αυτά που πραγματικά χρειαζόμουν
Να ευγνωμονείς κάθε φόρα το θεό που σε αγαπαει
Τους φίλους που σε συγχωρούν
Τους εχθρούς που σε κάνουν προσεκτικό
Της δυσκολίες που σε κάνουν ταπεινό
Της κακουχίες που σε κάνουν δυνατό
Της απογοητεύσεις που σε κάνουν καρτερικό
e.fourlis

Έμαθα στη ζωή να μην φοβάμαι
Έμαθα να λέω αυτά που αισθάνομαι
Κι όλα αυτά μου τα έμαθες εσύ…
Και τώρα σου λέω πράγματα που νιώθω
Και με διώχνεις τότε γιατί
 μου τα έμαθες για να πονώ…
Τώρα αυτό που νιώθω για σένα είναι ¨ΑΓΑΠΗ ¨
Εσύ μου το έμαθες


1 οι μέρες που έζησες
2 οι πράξεις που έκανες
3 τα λόγια που είπες
4 πράγματα που δεν γυρίζουν την ζωή
5 οι ευκαιρίες που έχασες

Λησμονώ αλλά δεν ξεχνώ
Απ ‘ τα χρόνια που έφυγαν
Της εποχές που μας στιγμάτισαν
Πώς να φύγουν οι παιδικές αναμνήσεις
Που άφησαν στάμπα μελανιά
Στα αθώα μυαλά σαν να ήμασταν παιδιά
Εσύ ζωή μου τα θυμίζεις

Λησμονώ αλλά δεν ξεχνώ
Το χρονικό διάστημα που ήμουν εγώ μπροστά
Της αδελφής μου το δράμα
η της μάνας μου το κλάμα;
Άφησαν στάμπα μελανιά
Στα αθώα μάτια σαν να ήμασταν παιδιά
Εσύ ζωή μου τα θυμίζεις

Λησμονώ αλλά δεν ξεχνώ
Την συγγενική συμφορά
Που σαν κασέτα γυρνά και ξανά γυρνά
Και το μυαλό κυβέρνα
Άφησαν στίγμα βαρύ
Στην αθλία μου ζωή
Εσύ ζωή μου τα θυμίζεις
Σπυρί ,Σπυρί να ξεχάσω δεν μ’ αφήνεις .
e.fourlis


Με τρομάζει το σκοτάδι
Με σκιάζει η νύχτα που βγαίνει χωρίς φεγγάρι
αλαφιάζομαι με την μαυρίλα
της νυχτιάς που ξαναείδα
από τα χρόνια μου τα παιδικά
εκεί στην ξενιτιά
με τρομάζει η νύχτα σαν πέφτει βαρεία
πίσω από τα βουνά
πανικοβάλλομαι  με το σούρουπο
όταν κρύβει μυστικά
και όταν ο κόσμος σωπαίνει


 e.fourlis


Που να βρω το κουράγιο
Το πόνο μου να πω
Που να βρω την αντοχή
Κουράγιο να μου βγει
Να βρω την τόλμη
Να πω δεν πάει άλλο
Να βρω  την Παλικαριά
Να ξαναβρώ την μιλιά
Να βρω  το θάρρος
Να αλλάξω ζωή
Να βρω το σθένος
Να μην νιώθω ξένος
Να βρούμε την   ανδρεία
Να ξαναγινούμε παιδιά
αντοχή στα δεινά.



Κάμαρα παράξενη ,φοβερά ανάστατη
Ωστόσο ενδιαφέρον ,το κρεβάτι στη γωνιά
Φτιαγμένο από ξύλο παλαιό αρχοντικό
Για πάπλωμα μια κουρελού
Κρεμόταν από τη μια μεριά.
Κειτόταν στο πλάι ένα μαρμάρινο ρολόι
Ακουμπισμένο στην πρόσοψη του τζακιού.
Ήταν από εκείνα με της παράξενες φιγούρες
Είχε πάντως τις μηχανές του λυμένες .
Ξεχυνόταν στην ατμόσφαιρα
Μια αλλόκοτη μυρωδιά,
Μια οσμή από μύριες μπαγιάτικα φαγητά.
Ξεκουραζόταν δίπλα στο τζάκι μια παλιά πολυθρόνα
Από εκείνες που είχαν τα μέγαρα τα άλλοτε χρόνια.
Στο τζάκι το παλαιό μέσα έβραζε ένα τσουκάλι,
Και πάνω στο τραπέζι ,πιάτο ,ψωμί ,και ένα κουτάλι.
Βαριές σκονισμένες κουρτίνες στα παράθυρα κρεμασμένες
Εμποδίζοντας το φως να μπει ,στης αναμνήσεις ξεχασμένες.
Στην φωτιά δίπλα ένας σοφράς σκαλισμένος
Φαινόταν σίγουρα από έξω ερχόμενος
Και μια κιτρινισμένη κόλλα επάνω προσέχτηκα αφημένη
Πλησίον στο χαρτί ,ολόχρυση πένα ακουμπισμένη
Ήταν αυτή που είχε γράψει ο γέρος που έμενε πρόσφατα εκεί.
γράμματα ορθά ,ήταν καλογραμμένα, χωρίς λάθος κανένα.
Διαθήκη ήταν θαρρώ  , και επάνω του η ευχή
Καταθέτοντας την ψύχη του ,εξομολόγηση σωστή
Αφήνοντας εκεί την τελευταία του πνοή.
Καμάρα παράξενη ,φοβερά ανάστατη
Το χάρο έκρυβες μες στα σωθικά σου
ξύλο παλαιού αρχοντικού θάνατο αγκάλιαζες με την μυρωδιά σου
μαρμάρινο ρολόι με της παράξενες φιγούρες ,
χαμό  φανέρωνες με το σταματημό σου
πολυθρόνα παλιά πόσα ενθύμημα έκρυψες μες στα καθίσματα σου
έφυγε ο γέροντας ,έφυγε η αρχοντιά σου
 e.fourlis                                     




Ω !Θάλασσας,
όταν με την ορχήστρα σου
παίζεις την σονάτα σου
στους βράχους ρίχνεις τα κύματα σου
την θύελλα σου σηκώνεις
και ενώνεσαι με το με τον άνεμο του ουρανού
παρέα με της αστραπές
δημιουργείς έναν άσμα που όμοιο του δεν υπάρχει
δεν είναι ήχος
δεν είναι οχλοβοή
είναι μια μουσική

Ω! Καταρράκτες ,
Όταν τα νερά γκρεμοτσακίζεται
και σκάνε στου βραχότοπους
που προσκυνάνε στα πόδια σας
στο ξερότοποι και πεινούν
την διψά τους χαροποιείς
και μοιράζονται και προκαλούν
μια λίμνη αποθήκευσης ήχου
δεν είναι αχός
δεν είναι αλαλαγμός
είναι ένας ήχος

Ω! Αέρι,
που διαπερνάς της φυλλωσιές
τον δέντρων του δάσους της ξυλωσιές
τρίζεις τα κλωνάρια τους
ανεμίζοντας στην ερημιά της νότες σου
ανακατεύοντας τα φύλλα τους
δείχνοντας το θύμο σου
δεν είναι διαμαρτυρία
δεν είναι δυσαρέσκεια
είναι ένας δυσφορία

Ω! Ήλιε,
όταν ρίχνεις της ακτίνες του
στην βλάστηση την ζεστασιά σου
ανθίζοντας την ομορφιά
δίνεις την χαρά στα πουλιά
και διαπλέκουν και να απαρτίσουν
την αρμονία της πλάσης χαρίζουν
δεν είναι άσμα
δεν είναι ωδή
είναι ένα τραγούδι
Ω! μητέρα φύση ,
Όταν τα δάκρυα σου ρίχνεις
στης καταστροφικές τάσεις
αγριεμένη και θυμωμένη
Το παράπονο σου δείχνεις
Σε όλους αυτούς που προσπαθούν
τα παιδιά σου να βλάψουν
δεν είναι οχλαγωγία
δεν είναι ιαχή
είναι μια ραψωδία

Ε.Φourlis                                      

yμνος στην αγάπη



Για τα μάτια που αγαπώ
ύμνο αγάπης μελοποιώ

Μια Ραψωδία χρυσό κεντημένη
Από την καρδία βγαλμένη

Εγκώμιο ψάχνω να βρω
Ένα παίνεμα για να πω

Με πρωτοπόρους τα πουλιά
Και ακολουθία τα παιδιά

Μια ωδή ,ένας ψαλμός
Μια λατρευτή υμνωδία ,
ένας εκθειασμός
Για σένα όταν σε πρωτοείδα.





Παλιά φωτογραφία
Στην αδεία παράλια ,σιωπή.
Κοιτάζω απ’ το μπαλκόνι του δρόμου που θαμπώνει η βροχή.
Λένε στη χώρα που ναυάγησες
Βασιλεύουν οι μάγισσες .
Βουτάμε στο βυθό
Και σε βγάζουν στον αφρό.
Λένε πως μας άφηνες στα κύματα
Φυλακτά και μηνύματα.
Τα βρήκαν τα παιδία
Μα χαθήκαν ξανά.
Η πόλη σαν καράβι
Τα φώτα της ανάβει , γιορτή.
Θυμάμαι που μιλούσες
Να μείνεις μου ζητούσες ,ΠΑΙΔΙ.

Ανώνυμο……..
Στο προσκεφάλι της ανάσας μου
Επήρα αναπνοή απ’ το χαμόγελο σου, μητέρα μου
Στο ξημέρωμα του βηματισμό μου
Εμπέδωσα απ’ το κλάμα σου ,μάτια μου
Στην αυγή της γνώσης μου
Χάρη στην υπομονή σου, γεννήτρα μου
Στο προάγγελμα της χαράς μου
Πάντα εσύ ήσουν κοντά μου
Στο σουρούπωμα του φως μου
Που θα είναι τα παιδία μου ;





Κουράστηκα ν’ ακόλουθω
Ένα φάντασμα μέσα στα ερείπια
Να πίνω πάντα από το ίδιο ποτήρι που ήπια
Να τρέχεις , κ’ εγώ να περπατώ

Κουράστηκα ν’ ακόλουθω
Ένα πνεύμα μες’ τα συντρίμμια
Της στερούμενης ζωής που δεν είχα
Να κυλάς ,κ’ εγώ να σέρνομαι
Στάσου , Δεν σε φτάνω

Κουράστηκα ν’ ακολουθω ηλικία
Μια αντίληψη μες’ το χάλασμα
Της χαμένης νιότης που πέρασε σαν όραμα
Να παρέρχομαι κι ‘εσύ να φεύγεις
Σταμάτα, Δεν σε εντοπίζω

Κουράστηκα ν’ ακολουθω
Μια άποψη ανεξήγητη
Σαν γρίφος λυμένη, που κάνεις καταλαβαίνει
Δεν σε βρίσκω , σε χάνω
Μες’ την κατάρρευση της ύπαρξης
Μες’ την πτώση της ακμής
Χάθηκες



Ε.Φ


Χαμένη ζωή

Μερικοί στο φως ,
Και άλλοι στο σκοτάδι
Κάποιοι αστέρες
Και οι υπόλοιποι φτωχοί

Και αναρωτιέμαι πως
Υπάρχουν πατέρες
Που μεγαλώνουν παιδί
Πως γίνεται να πληγώνουν μια ψύχη
Ταπεινώνουν ένα βλαστάρι
Μειώνουν φυντάνι
Κλέβουν μια ζωή
τι υφίστανται πατέρες
η τέρας

Μερικοί με αξίωμα ,
Και άλλοι στο ασήμαντοι
Κάποιοι μορφωμένοι
Και οι υπόλοιποι καταπονημένοι
Άλλα όλοι μες το ίδιο σακί
Αυτοί που στερούν μια ζωή


Ε.Φ

Άνθρωπος μορφωμένος δεν υπήρξα
Είμαι μια ψυχή πονεμένη,
Το θάρρος μου δεν το καλλιέργησα
Την δείλια μου παραδέχτηκα

Το γύρο του κόσμου δεν έχω κάνει
Κι όμως η κάρδια μου ποναει,
Τον πόνο μου τσαλαπαταει
Ο καθένας που με προσπερναει

Το δρόμο της νύχτας δεν γνώρισα
Το κακό δε ,αντίκρισα
Τα μάτια μου ,όσα κι’ αν είδαν
Η αιτία ήταν και με καλλιέργησαν

ΕΦ


Ο Χρήστος , ο χρήστακης ,
Μεγακλής και μπερμπάντης ,
από την φύση προικισμένος ,
ομορφιά στολισμένος.
Που τον έχανες ,που τον γύρευες
σε κουτούκι κρυμμένος ,
η σε ποδόγυρο σκυμμένος ,
Ο Χρήστος , ο χρήστακης ,
Ο νιαούρης , ο μπερμπάντης,
Στην Χαλκίδα ήταν γνωστός,
Σαν πρώτος γκομενιάρης .

Που τον έχανες ,που τον γύρευες
Σε καπηλειό τρυπωμένος
Η σε μια αγκαλιά χωμένος .

Ο Χρήστος , ο χρήστακης
Στην Χαλκίδα ήταν γνωστός
Ο φουρλης ,ο σατράπης.
Ο φουρλης ο κορεάτης .
2
Το πρωί στην τράτα
Το βράδι στην τσάρκα
Το ξημέρωμα καμάκι στο ψάρι
Το χάραμα καμάκι στο φουστάνι
Δεν στεκονταν ο Χρίστος σε μια μεριά
Δεν έμενε ποτέ σε μια γωνιά
Σαν σβούρα γύριζε και αυτός
Σαν ήταν κι ‘αυτός μικρός
Άμα βαρέθηκε την ψαριά
Έπιασε την εργατιά
Για να βοηθήσει την οικογένεια
Για να ταΐσει τα παιδιά
27 ήταν τα χρόνια του
Και ένα ερωτηματικό διπλά του
Το πρωί με την φόρμα της εργατιάς
Το βράδι, φιγουρίνι γάτος κεραμιδάς
Τον μάστορα του όμως τον βρήκε
Από μια μικρούλα μελαχρινή
Που τα λόγια του δεν πίστεψε
Και τον αμφέβαλε πολύ,


Στην Κορέα του είπε πίσω να πάει
Για να της αποδείξει πως την αγαπάει
Αυτό φυσικά ,δεν γινότανε ,
Και αυτός προσπάθεια άλλη έκανε
Του είχε πληγώσει τον αντρισμό
Του είχε προσβάλλει το εγώ
Προξενιά της έστειλε
Με το φίλο, με το κολλητό
ραβασάκι της έστειλε
με αγάπης λόγια, γεμάτο ερωτισμό
προσπαθούσε να την ρίξει
στην αγκαλιά του να την βάλει
μα αυτή γάτα πονηρή
συνάντηση του έκλεισε
και προς αντάλλαγμα του ζήτησε
αντάμωση να κλείσει
με της φίλες του μαζί
να διακόψει , να τερματίσει
ότι νταλαβέρια είχαν στη στιγμή
αυτός ζορίστηκε , κατσούφιασε
άλλα τελικά δέχτηκε
της σχέσεις του να τελειώσει
και σ’ αυτήν την ζωή του ν ‘ αφιερώσει .
Αγάπη αιώνια της έταξε
Σαν ταίρι της αυτόν στο πλάι της τον έβαζε.


3

Στους γονείς πήγε
το χέρι της να ζητήσει
και όρκο βάρη έκανε
γυναίκα στο πλάι του να μην πάρει άλλη
αλλά όρκο δεν έκανε
θηλύκια να μην βάλει άλλη !


αρραβώνας και γάμοι γίνανε
15 άγουστο στεφανωθήκανε
Εορτή διπλή κάνανε
Μαρία την λέγανε
Μαράκι την φωνάζανε.

Μωράκι γεννήθηκε
Μωράκι όμορφο γλυκό
Πρωτότοκο αγόρι ήταν αυτό
Λάζαρο τον είπανε
Του παππού το όνομα του δώσανε
Τον πατέρα της Μαρίας τον θετό



Μωράκι άλλο έκανε ο Χρίστος καρπερός
Κόρη τώρα θέλανε οι παππούδες και αυτός
Κορίτσι όντος βγήκε
άσπρο και λευκό
Αικατερίνη την ονομάσανε
Σαν πρώτο όνομα αυτό,
Της Παναγιάς γεννήθηκε
Και γι ‘ αυτό δεύτερο όνομα της δόθηκε

Κύλισε η χρόνια γρήγορα
Που γιαγιά και παππούς αφήσαν την τελευταία πνοή
Αφήσαν πίσω τους μικρασιάτικη κληρονομιά
Στη Μαρία την μικρή
Που έμεινε ορφανή για δεύτερη φορά

Το 59 τρίτο μωρό
Ξεφύτρωσε
Μες το νοικοκυριό
Μα άτυχο αυτό
Σε λίγους μήνες έφυγε
Για ταξίδι μακρινό

Το 61 αντικατασταθηκε
Με ένα άλλο βρέφος
Κοριτσάκι και αυτό

Της ξενιτιάς τα χέρια
Την εργατιά πήραν αγκαλιά
Και μαζί με αυτήν
Το Χρήστο πήρε μακριά
Από την Μαρία και τα παιδιά

Από Γερμανία στη Γαλλία
Έφτασε το όνομα του
Και έστειλε κάλεσμα
Στη γυναίκα και τα παιδία του
Για να τους πάρει επιτέλους αντάμα

Χρόνια 9 πέρασαν
Μαζί και η ταλαιπωρία της ζωής
Κι’ ένα αγοράκι γλυκό
Ηρθε να ζεστάνει το σπίτι


Το 77 αυτός κουράστηκε την ξενιτιά
Και γύρισαν στην πατρίδα την γλυκεία


Από εκεί και μετά
Τα χρόνια πέρασαν αστραπή
Αρραβώνες ,γάμοι , και παιδία
Γινόντουσαν στη στιγμή

Το 1990 πένθιμες καμπάνες χτύπησαν
Και στα μαύρα έντυσαν την οικογένεια αυτή
Ήταν 6 του Οκτώβρη , ημέρα Τρίτη
Που έσβησε η Μαρία η ορφανή
Μαρία, Μάριο , Μαράκι
Που πήγες και άφησες τα παιδιά σου
Μόνα στη ζωή αυτή ?

Μόνος του έμεινε
Χωρίς γυναίκα με πόνο στη καρδιά
τον πόνο του Επνιγε
σε μια κούπα κρασί για παρηγοριά
τριγύρω του
Εγγονια και παιδιά
Και στο τοίχο ,μια φωτογραφία
καρφωμένη σε μια γωνιά
ξύνοντας την πληγή του

Και τα χρόνια κυλούσανε
Και ο Χρίστος ζορισμένος από την ζωή
Αρρώστια μεγάλη παρουσιάστηκε
Ζορίστηκε και η πνοή
έντεκα χρόνια πέρασαν
Και μόνο ανυμνήσεις εμείνανε
Μέσα στον ιστό του πόνου
και στα βάθη της καρδιάς
στου Χρίστος τον φουκαράς

Σε γιατρούς τον τρέξανε
Καλά για να τον κάνουνε
Μα το κρασί και το τσιγάρο
Του είχαν φάει τα σωθικά

τέσσερα χρόνια κράτησε
ανάμεσα εγγονια και παιδιά
χαρίζοντας τους τον πατέρα ξανά



ευαγγέλια φουρλη Δεμερτζή

Ταξιδεύοντας

Ταξιδεύοντας σε αλλά μέρη,
Γνώρισα και αλλά έθνη
Οδοιπόρος σε άλλες χώρες,
Βίωσα και άλλες μπόρες
Διαβάτης σε αλλά νησιά,
Έβρισκα πράγματα θαυμαστά
Πεζοπόρος σε άλλες πολιτείες
Γνώρισα και άλλες φιλίες
γυρεύοντας να βρω
το άλλο μου το μισό
που τόσο επιθυμώ .

Αλλά μάταια,
Έψαξα καλά ,
Το κόσμο γύρισα ,
τίποτα δεν βρήκα πουθενά .

δεν μπορεί κάπου εδώ πρέπει να είναι
Να με κοιτά κρυφά
Να ελέγχει της κίνησης μου
Να κυριαρχεί το είναι μου
Να αξιολογεί τα βήματα μου
Να εκτιμά τη ζωή μου
Ξέρω ότι βρίσκεται εδώ ,
εδώ κοντά

Δεν ακούγεται,
Δεν μιλεί
Δεν εμφανίζεται
Ξέρω ότι μια μέρα θα εμφανιστεί
Και μαζί . . .

Θα Ταξιδέψουμε και σε άλλα μέρη,
Θα Γνωρίσουμε και άλλα έθνη
Θα Οδοιπορήσουμε και σε άλλες χώρες,
Θα Βιώσουμε και άλλες μπόρες
Θα Διαβούμε σε αλλά νησιά,
Θα ανακαλέσουμε πράγματα θαυμαστά
Θα Πεζοπορήσουμε και άλλες πολιτείες
Θα πραγματοποιήσουμε καινούργιες φιλίες
γυρεύοντας τον εαυτό μας να βρούμε

γεωργία Δεμερτζή
μορφοποίηση Ευαγγελία φουρλη



Ρώτησα

Ρώτησα ένα πουλί ,τι εστί συναίσθημα.
Το πουλί κελάηδησε.
Ρώτησα ένα λουλούδι τι εστί πίστη
Το λουλούδι ευδόκησε .
Ρώτησα έναν άνθρωπο τι εστί αγάπη
Ο άνθρωπος τραγούδησε
Και δεν κατάλαβα πάλι.
Ρώτησα ένα σκύλο τι εστί φιλία
Το σκυλί μου γαύγισε
Ρώτησα τον ήλιο τι εστί εμπιστοσύνη
Ο ήλιος χάθηκε
Ρώτησα τον ουρανό τι εστί φιλότιμο
Ο ουρανός συννέφιασε
Και πάλι δεν κατάλαβα .
Ρώτησα τους θάμνους που ήταν μπροστά μου
Ποιον θα ρωτήσω ;
Και αυτά έγιναν δέντρα
Ρώτησα το ποταμό που κυλούσε πιο πέρα
και αυτό στέρεψε
ρώτησα τη θάλασσα που ήταν απέραντη
αλλά και αυτή μου αγρίεψε
Και ακόμα δεν κατάλαβα
Κοίταξα το ορφανό που έπαιζε πιο κάτω
αυτό δάκρυσε και μου χαμογέλασε
Και τότες κατάλαβα ,και λύγισα


ευαγγέλια φουρλη Δεμερτζή


Η Μαριώ


Τρεις ημέρες κράτησε το μαρτύριο,
Φέρνοντας την συντέλεια του κόσμου,
Τρείς ημέρες αγκομαχούσε,
Σκορπώντας την λύπη και τον πόνο,
Τρείς ημέρες χαροπάλευε,
Το σπίτι της διάλυσε,
Τρείς ημέρες ψυχορραγούσε ,
Κι’ αυτή μετακόμισε,
Τρείς ημέρες ξεψυχούσε
Και την γειτονία λυπούσε
Την τέταρτη το πρωί,
Άνοιξαν τα ουράνια,
Ήταν ημέρα γιορτινή ,
Ήταν ημέρα ονομαστική,
Όταν έφυγε η τελευταία πνοή ,
Οι πέτρες ράγισαν,
Τα παιδιά της δάκρυσαν,
Δυσαρεστηθήκαν τα άτομα που αγάπησε
Πικράθηκαν αυτοί που την αγάπησαν
Χαροποίησε το χάρο με γιορτή
Κλείνοντας ένα κεφάλαιο ιστορίας μιας ψυχής.
Ήταν μέρα βροχερή,
Που έφυγε η Μαριώ η ορφανή .



ευαγγέλια φουρλη Δεμερτζή




21. Σαν ταινία του σινεμά


Σαν ταινία του σίτεμα
Που βλέπω πρώτη φορά
Παρακολουθώ στα ματιά σου
Την ζωή τη δικιά σου
Προσπαθώντας να καταλάβω ,
Πασχίζοντας να σε νιώσω.
Ψάχνω στο μυαλό σου να βρω ,
Μια πόρτα για να μπω,
Της σκέψεις σου για να πάρω
Και λύτρωση να σου δώσω.
Σαν ειρμός
Περνάνε από μπροστά σου ,
Τα πρόσωπα τα αγαπημένα,
Που είχες συντροφιά σου.
Αναβιώνεις της στιγμές,
Που έζησες κοντά μας .
Επιβιώνεις στο μυαλό,
Τα λάθη που έκανες,
Στα μάτια τα δικά μας.
Συντηρούμε κ εμείς
Της προσφορές σου πατερά ,
Και γι ‘αυτά τα σφάλματα,
Τα Κάνουμε ένα βήμα πιο πέρα.
Δεν σου ζητάμε τίποτε,
την ευχή σου μόνο,
φυλαχτό να την έχουμε,
και ενθύμιο στο κόρφο
συγχώρεση σου δίνουμε ,
εμείς τα παιδιά σου
και ένα ευχάριστο μεγάλο
που μας γέννησες ,πατέρα
καλό ταξίδι να έχεις,
σου ευχόμαστε ολόψυχα,
κοντά της γρήγορα να πας ,
το πόνο σου να υγιάνει
να πεις στη μάνα , πατερά
πως , είναι καλά τα παιδιά της
δισεγγόνα είδες ,και εγγόνια πολλά.
τώρα θα είσαι συ κοντά της.

Καλή αντάμωση …………… Τα παιδιά σου


ευαγγέλια φουρλη Δεμερτζή





Ήρθα

Ήρθα ως πνοή σ αυτήν την ζωή,
Ήμουν μια ανάσα ,ήμουν μια ψυχή
Που σώμα γύρευε για να πάρει μια μορφή
Με βάλανε σε μια μάζα και το κάνανε κορμί
Ήταν κορμί αγοριού , και έγινε κορμί παλικαριού
Που μεταλλάχτηκε με τη σειρά του σε Κορμί του αντρισμού .
Μου δώσανε μια αποστολή όπως σε κάθε ψυχή
Που ταξιδεύει και καταλήγει πάνω στη γη .
Σε οικογένεια είπαν να πάω ,
Φτώχια και πολυμελή
Να κοπιάσω είπαν για να φάω
Δεν πειράζει κι ας ήμουν παιδί.
καθώς μεγάλωσα ,παλικάρι πλέον και εγώ
την ζωή ήθελα να γευτώ
είδα λουλούδια ,γνώρισα χρώματα
πήρα στολίδια , μύρισα αρώματα
αγάπησα και λάτρεψα
ψυχές σε αλλά σώματα,
και έτσι έγινα άντρας
δημιούργησα την αποστολή , κάνοντας οικογένεια
έκανα και παιδιά
ήταν ψυχές γεμάτες πνοές
θαρρώ εμένα έβλεπα σ ‘’αυτές
χόρεψαν στα λουλούδια
γεμάτο τριγύρω αγκάθια
είδαν τα χρώματα
που ξεθώριασαν και αυτά με τα χρόνια
βάλανε τα στολίδια
που είχαν χάσει του καιρού την αξία
μύρισαν τ’ αρώματα
που είχαν μπερδευτεί με της βρωμιές και τα χώματα.
καθώς βάρυνε το κορμί
και ζάρωσε το σώμα
αραχνοΰφαντο πέπλο
ηρθε λευκό , στο στρώμα
με πήρε και με σκέπασε
ζωήρεψαν τα λουλούδια
μαραίνοντας τα αγκάθια
παίρνοντας τη θέση τους ένα ουράνιο τόξο που η χροιά του
λες και μου έδειχνε ένα δρόμο με το φως του
μπερδεύοντας τ ‘αρώματα με τα χρώματα
φτιάχνοντας μια μυστήρια ιδιαιτερότητα
και ξαφνικά φύσηξε ο αγέρας
ανάσανε η ψυχή
δίνοντας της πνοή
φύσηξε και ο άνεμος
και τα πάγωσε όλα
κάνοντας αυτήν ψηλά εκεί να βγει .
κοιτάζοντας τους από κει ψηλά
ένα συγνώμη πάει μου βγει
χωρίς αντίλαλο και αυτή
ότι δεν έφταιγε η ψυχή,
λάθος ήταν το κορμί




ευαγγέλια φουρλη Δεμερτζή

Το βράδυ που κοιμήθηκα


Το βράδι που κοιμήθηκα
Είδα στο όνειρο μου
Σκαλιά πολλά κατέβαινα
Και Δεν ήταν κανείς στο πλευρό μου
Μόνος ήμουν θαρρώ
Μες στο σκοτάδι αυτό
Γελάστηκα ,λάθος μεγάλο έκανα
Τελείως μόνος δεν ήμουνα
Ακουγόντουσαν Ψίθυροι εδώ και εκεί
και μορφές αχνά φαινόντουσαν
κρύες ανάσες γύρο μου
που πάγωναν το αίμα
Τα σκαλιά κατέβαινα
και όλο πιο κάτω πήγαινα στο πιο βάθη σκοτάδι
ώσπου ένα χέρι άπλωσε και πήρε το δικό μου
ήταν το σπλάχνο μου θαρρώ
που μπήκε στο όνειρο μου
και με πήρε άπω τον Άδη



ευαγγέλια φουρλη Δεμερτζή

Κοιμήσου



Κοιμήσου πατέρα
Και μείς έχουμε το νου μας
Έννοια μεγάλη μας έδωσες
Με την οδύνη σου μας πλήγωσες
Τα βάσανα σου ,τους πόνους σου
Εμείς θε να παρηγορούμε
Τον καημό από πάνω σου
Εμείς θε να σου ανακουφίζουμε

Κοιμήσου πατέρα
Και μείς έχουμε το νου μας
Να μη σε ταλανίζει τίποτα
Λύτρωση να σου δώσουμε
Μέρα , νύχτα ,προσευχή
Από τα χείλη μας σαν ευχή
Για σένα πατέρα μας γλυκέ
Για να σε επαναφέρει
Τι να σου κάνουν οι γιατροί
Σαν έχεις στο πλευρό σου
Παιδία και πίστη στη καρδιά
Να διώκουν το βάσανο σου

ευαγγέλια φουρλη Δεμερτζή










Άγγελος φύλακας από το πουθενά ερχόμενος
Βοήθεια να προσφέρεις
Με κάθε τρόπο που ξέρεις
Στα εύκολα και στα δύσκολα
Σιγουριά πάντα δίνεις
Και την άλλη μεριά του νομίσματος
Με αποφασιστικότητα πάντα γυρίζεις.
σιγουριά προκαλείς ,εμπιστοσύνη ενεές
και προστατεύεις πάντα γενιές και γενιές .
Άγγελος φύλακας από το πουθενά ερχόμενος
Τα βήματα τα δικά μας πάντα σκεφτόμενος
Με ασφάλεια πάντα στη γη να πατάμε
Και τα λόγια μας διαρκώς να μετράμε
Να μην πληγώνουμε , να μην πληγωνόμαστε
Τον εαυτό μας παντοτινά να εμπιστευόμαστε
Άγγελος φύλακας από το πουθενά ερχόμενος


Ευαγγελια φουρλη



Δεν θέλω να πεθάνω ,
θέλω να δω την συνέχεια
Δεν θέλω να χαθώ ,
επιθυμώ να δω
της συνέπιες στην πορεία
Δεν θέλω να στερούμαι ,
Επιδιώκω να βγουν
αυτά που προαισθάνομαι
Δεν θέλω φύγω ,
ζητώ να προλάβω το κακό που θα έρθει


Ύμνος στην αγάπη



Για τα μάτια που αγαπώ
ύμνο αγάπης μελοποιώ

Μια Ραψωδία χρυσό κεντημένη
Από την καρδία βγαλμένη

Εγκώμιο ψάχνω να βρω
Ένα παίνεμα για να πω

Με πρωτοπόρους τα πουλιά
Και ακολουθία τα παιδιά

Μια ωδή ,ένας ψαλμός
Μια λατρευτή υμνωδία ,
ένας εκθειασμός
Για σένα όταν σε πρωτοείδα.


πρόσκληση του ανέμου,
αγέρα Ξεχωριστό
της εποχής το πνεύμα,
στο μονοπάτι της σελήνης
φως του δρόμο της πικρίας,
χαλί από των αισθήσεων μου.
ξεκαθάρισμα της ψυχής μου,
το πάθος ... ένα πάθος που δεν μπορώ να ορίσω,
δεν μπορώ να εξηγήσω ...
Αλλά η εικόνα είναι τόσο όμορφη ...
κοιτάζοντας τον ουρανό, να δω τα σύννεφα,
με όλες αυτές τις ψευδαισθήσεις συντρόφια ,
για μια νύχτα συνοδεία...,τον ονείρων μου ακολουθία…
της νυχτιάς μου τη σιωπή , της θλίψης μου, την οδύνη μου μελαγχολία! ... Απέραντη θλίψη φωτιζόμενη...
που κεντώ προσεκτικά όλα αυτά τα χρόνια ....
Στις ακτές των, τεσσάρων γωνιών,
πολύ προσεκτικά διακοσμημένα με ολόχρυσο κεντημένο ...
Μικρά μπουμπούκια λουλουδιών της αγάπης μου στολίδια.
ανθοί χρυσοί, σαν τα αστέρια στην εποχή τους εμφανίζονται
Αστέρια της θλίψης, των μάτια μου τα δάκρυα,
Δάκρυα μου , η ελπίδα φεγγάρι μου, όνειρα στον ουρανό
όνειρά μου, όνειρα χαραγμένα στην ψυχή μου,
συνείδησή μου, όλα τα όνειρά μου και τη φαντασία που μου έρχονται στο μυαλό.
Που στο ταξίδι τους σε οδηγούν κατευθείαν στη κόλαση ,
πάνω ελαφρύ πέπλο γύρω από τη γη
περιστρέφοντας θάλασσα και ουρανό
να σε πνίξει σε ένα απαγορευμένο παράδεισο ,
αποκλεισμένο στην τρυφερότητα της καρδιάς μου ...
καταραμένο στης μακαριότητες της δυνάμεως μου ...
Μια ευτυχία σαν πυρκαγιά, που καίει.
πυρκαγιά σε δάσος των αναμνήσεων ,
οι οποίοι αναχωρούν στην κλήση των ανέμων ...
Ο άνεμος της τρέλας, καπνοί που στερείται την ευφροσύνη ,
που αντιστέκονται να χαθούν στην κοιλάδα των καρδιών.

20/04/2010 Ecrit d’evangelia fourlis


Κατηγορώ όσους δεν μπορούν να μιλήσουν ...
Να μην πουν τι βασανίζει την καρδιά τους,
δεν εκφράζουν τον πόνο τους,
τον πόνο που σηματοδοτεί την ευτυχία τους,
μια ευτυχία που με βυθίζει στο φόβο.
Αναγνωρίζω το φόβο αυτό που με πεθάνει ...
Με Σκοτώνει κάθε στιγμή,
Το σαράκι που μου τρώει την ψυχή,
και παίρνει το χαμόγελό μου,
Και στιγματίζει το μυαλό μου,
πολλές ψευδείς αναμνήσεις,
αναγνωρίζω την ανακρίβεια αυτού του κόσμου ...
Η υποκρισία που στοιχειώνει τη ζωή μας
μια υποκρισία απίστευτη!
Ένας φαρισαϊσμός που φοιτά κακής κακώς,
Κατηγορώ τη γοητεία δε μπορεί να γοητεύσει,
τα μάγια που γοητεύουν κανείς δεν ξέρει,
αυτή κατάρα που δεν έχει καμία σχέση! "
Κατηγορώ την ότι την υπακοή δεν μπορεί να ανταποκριθεί. ...
Η προσοχές των άλλων και την εξουσία τους,
τη γλυκύτητα και την τρυφερότητα και μετονομάστηκε!
Κατηγορώ τα δάκρυα μου δεν μπορούν να φωνάξουν,
Κοιτώντας το σύμπαν που επιπλέουν σε μια θάλασσα,
μια μεγάλη περιοχή με βρώμικα όνειρα και φαντασία,
Συμπληρώστε το ηθικό που είναι σε εμπόλεμη κατάσταση,
Κατηγορώ αυτές τις φαντασιώσεις που στοιχειώνουν της ψυχές μας...
Κατηγορώ στο τέλος τον εαυτό μου
βλέποντας όλα αυτά που με κάνουν να θυμώνω...
Και ουρλιάζω, Παλεύω, όλα αυτά εξαγριώνει,
Κοιτώντας τον ηλιόλουστο ουρανό γεμάτο καταιγίδες,
Τέλος ομολογώ θυμό μου
γιατι θελω να μιλησω!!!!
eyaggelia fourlis



Απαιτώ στη θλίψη μου
16/04/2010
Δημοσιεύτηκε στην Ευαγγελία Φουρλή


Απαιτώ στη θλίψη μου , νοσταλγία και στο θάνατο
μία ημέρα τέλος να πάρουν
νόμιζα ότι θα μπορούσα να σπάσω
το βάθος αυτής της αλλαγής
στο μυαλό μου το θαμπό
την αγάπη και την ζωή,
μη επαφή ακτινοβολία χωρίς
γυμνή στην πόρτα της φυλακής μου

ξαπλωμένη σαν νεκρή μου ψυχή
είναι που έχει πεθάνει για μένα ζωή αυτή
ήταν η για να ζήσω στον αζήτητων νεκρών
εγκαλούμενη ,μόνη με την απουσία μου,
παράλογη στα κύματα είμαι ξαπλωμένη
με την τάση αυτής της αφορμής , δηλητήριο θα’ πίνα
η απομόνωση φάνηκε ισχυρότερη από την ροη του αίμα μου

δεν ήθελα διχόνοια ζωή μου, μου είχε λείψει τα πάντα,
Ήθελα να μοιραστώ το θάνατο με το θάνατο ,
Το χάος με το χάος
Έχει κάνει την καρδιά μου κενό και να αδειάζει το πεπρωμένο μου ..
Άρση του κόσμου που κοιμάται,
όλα διαγράφονται,
δεν υπάρχει τίποτα το αριστερό στο κενό !!!
ή πίεση…. ευαισθησία ή πάθος ...
Αλλά να που ήρθες ...
Είσαι ήρθε φωτιά, στη συνέχεια στο σωστό χρόνο ξύπνησε ...
Πήρες την ψυχή μου γυμνή
... Κι εσύ πέπλο ...Η σκιά πήρε το κρύο,
Και ξαφνικά ένιωσα φως
Ήρθες ... Και η μοναξιά νικήθηκε
Και η αγάπη σου , σαν λαμπρό αστέρι με πήρε!!!!



Απόψε προσπαθώ να ξεχάσω ότι υπάρχεις
τη ζωή σου για μένα , μια μαχαιριά
στην πληγωμένη μου καρδία
η καρδιά μου που σε αγάπησε τόσο πολλή,
όμως, το μυαλό μου σπαράζει
όταν ευθυμούμε τα προηγούμενα έτη
είναι το πεπρωμένο μου ,που με ακολουθεί
σε αυτή, χωρίς χαμόγελο ζωή

Απόψε προσπαθώ να ξεχάσω τη ζωή μου ...
Η ζωή μου ,που ήταν για μένα, τόσο δύσκολη
Μου πήρε από μέσα από τα χέρια μου , την χαρά μου
Αυτός που μ’ ορκίστηκε αιώνια αγάπη,
Αλλά πνίγηκε το πάθος του στη στιγμή
Που το πάθος μου ανθεί,




Τα αστέρια, η γη και ο ήλιος
Ας έρθουν απόψε ως χελιδόνι
από την άκρη του κόσμου, απτήν άκρη της γης,
Γύρο από την κούνια σου να κάνουν γύρο όλοι ,
Την τύχη σου ν’ αρχίζουν να τραγουδούν,
ας μελοποιήσουν τα έτη της ζωής σου
στα μάτια για να σε κοιτούν,
ο αγέρας , τα σύννεφα και ο ουρανός
να έρθουν με την σειρά τους
στο άσπρο σου λίκνο μαζί ...
και Τη νύχτα της ζωής σου ,
ας την κάνουν μέρα, στο φιλί σου,
και ας θέσουν πέπλο ασημοκεντημένο,
ποδιά της κάρδια σου ,φυλακτό,
χείμαρροι και θάλασσα ας έρθουν κι’ αυτοί
υποκλινόμενοι μπροστά σου,
ας χαμηλώσουν το σύμπαν και η γη ,
για να πετάξεις σαν χελιδόνι ,
στην ζωή αυτή ..



la clef de mon cœur
15/04/2010
Ecrit par evangelia fourlis
Ne pas copier please


Έχασα το κλειδί για την καρδιά μου
Το αντικλείδι της ευτυχία μου,
σε ένα ταξίδι στον ωκεανό,
που τα άγρια χόρτα έπνιγαν
την Γη και τον ήλιο καυτό.
Έχασα το κλειδί για την ψυχή μου,
Το Αηδόνι του μυαλό μου,
που ήταν η ζωή μου όλη.
Ανέβηκα κάμποι και βουνά,
Μήπως κρυβόταν στην ύπαιθρο,
αλλά στο τέλος της διαδρομής,
έχει πετάξει πάνω σένα άσπρο σύννεφο,
υπόστρωμα της καρδιά μου,
στρώμα της ευτυχία μου,
πάρτε με μαζί σας, στον μαύρο ουρανό
σύννεφο της τρυφερότητας μου
νεφέλη της νιότης μου,
πέτα μου ινώδης ήχο να έρθω κοντά σας ...

Έχασα το κλειδί για την καρδιά μου
Το αντικλείδι της ευτυχία μου,
Μια μέρα χωρίς ήλιο,
στους πρόποδες του , η αφύπνιση μου,
Σελήνη ζηλότυπη της ζωής μου,
κοίτα το αστέρι που σου χαμογελά,
ας φωτίζεται ο ουρανός,
να επαναφέρει το άστρο,
και το πέπλο του το χρυσό
να δίνει φως , στο ουράνιο τόξο, το σβηστό ...
Βρήκα το κλειδί για την καρδιά μου,
το αηδόνι της ευτυχίας μου.
κρυμμένο στη σφαίρα των φαντασμάτων,
φοβόταν να βγει , φοβόταν να μιλεί.
Κρυβόταν εκεί.
Του είπα να έρθει κοντά μου
Του έδωσα το χέρι
Στης σάπιες σανίδες να μην πατεί
Και μου δώσε ζεστασιά στην καρδία μου
Και μου χάρισε ξανά την ψυχή μου…




Λόγια της γραφής μου, μες’ την νύχτα βγαλμένα,
από τα όνειρα μες’ του σκότους την μαυρίλα
απαλότητα στην χώρα των θαυμάτων
Λείπει η πρώτη τους ηλιαχτίδα,
Παρμένα μακριά απ’ του άνεμου τον αγέρα
Χέρι- χέρι μες της φαντασιώσεις , αντάμα
Κύρια ψυχή με τα αδέρφια μου, και το κλάμα
Φουρτούνες με νότες μουτζουρωμένες
Άγνωστο έναν κόσμο αποβιωμένες ..
Ακούστε μια κραυγή που προέρχεται από μακριά.
χρώμα; της Αιώνιας αγάπης λαλεί στο μυαλό και την καρδιά
evangelia fourlis



Ο άγγελος ή αρχάγγελος
Γυναίκα η θηλύκια
Ποιος μπορεί να το πει?
Όταν έρχεται αυτή ,
Αναπτύσσεται εμπρός μας
Μια αίσθηση αληθινή,
Ένα γλυκό συναίσθημα,
Χωρίς λογική.

επιτρέπεις τον εαυτός σου παράφρων,
της απουσίας το αίσθημα
και κάθε φόρα να φλέγεται,
το σώμα ,στης φλόγες έως την αυγή.


σώμα έτοιμο να αγαπηθεί.
Χωρίς επιθυμία σωθεί,
με την ευαισθησία που μόνο αυτός ξέρει
τον τρόπο που το κατακτά
Γυναίκα θα ήταν ή φύλακας άγγελος;

Είναι μια αγάπη του τμηματική,
Μια αγάπη γοητείας,
Να έχε το αξίωμα να είναι συμπαθητική
η ανακάλυψη του σώματος
Μια αγάπη που μεταμορφώνεται
από πάθος σε πόθος
και την ψύχη μου ψιλά πετάξει .

να Είναι όνειρο ή είμαι αμαρτωλή ¨
E.F